Η πόλη μας

Η πόλη μας
Κέρκυρα

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΙΚΑΣ



                      ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΙΚΑΣ   Α2
Μέλη ομάδας : Κατέχης Νικόλαος, Κατσαρός Παναγιώτης, Κατσαρού Χρυσούλα, Ελευθερία Κομιανού, Λέσσης Μενέλαος.
Πρώτη περίληψη (Η τιμή και το χρήμα)

Σε ένα προάστιο της Κέρκυρας, στις αρχές του αιώνα, ζει η οικογένεια της σιόρας Επιστήμης της Τρινκούλαινας, που αποτελείται από την ίδια, τον άντρα της και τα τέσσερα παιδιά τους. Οι φροντίδες για το σπίτι και τα παιδιά περνούν απ’ τα χέρια της, καθώς ο άντρας της είναι μέθυσος και ανίκανος. Ένα πρωινό η σιόρα Επιστήμη παρέχει βοήθεια στον Αντρέα, νέο από χρεοκοπημένη αρχοντική οικογένεια, που κάνει λαθρεμπόριο ζάχαρης και τον κυνηγάει η αστυνομία. Τότε γίνεται η πρώτη επαφή του με την πιο όμορφη κόρη της ηρωίδος, τη Ρήνη, και ένα αμοιβαίο αίσθημα αρχίζει να αναπτύσσεται μεταξύ τους από εκείνη την ημέρα. Λίγες μέρες αργότερα ο Αντρέας συζητεί σε μια ταβέρνα με τους φίλους του πολιτικά. Η συζήτηση όμως σε λίγο στρέφεται στο θέμα του γάμου: ο Αντρέας βλέπει σαν τη μοναδική λύση, για να μην πουλήσει το σπίτι του, να παντρευτεί την πλούσια νύφη που του προξενεύουν. Έτσι, βρίσκεται ανάμεσα στο δίλημμα της οικονομικής σωτηρίας του και της αγάπης του. Μετά από λίγο καιρό, η Ρήνη βάζει κρυφά στο σπίτι τον Αντρέα, πράγμα που ήταν μεγάλη προσβολή την εποχή εκείνη. Η σιόρα Επιστήμη, μόλις το πληροφορείται καταφθάνει αναστατωμένη στο σπίτι, ο Αντρέας όμως την καθησυχάζει υποσχόμενος πως θα παντρευτεί την κόρη της, της ζητάει όμως προίκα, για να μη χάσει το σπίτι του. Η μητέρα της Ρήνης και η ίδια, κλαίγοντας υποστηρίζουν πως δεν έχουν ανάγκη από προίκα και μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τη δουλειά τους, αφού και οι δύο εργάζονται. Ο Αντρέας  επιμένει απορρίπτοντας το ποσό που του υπόσχεται μετά από μεγάλη πίεση η Τρικούλαινα. Η Ρήνη παίρνει προς στιγμή το μέρος του Αντρέα, κινούμενη από την αγάπη της, η σιόρα Επιστήμη όμως είναι ανένδοτη. Ο διάλογος συνεχίζεται για αρκετή ώρα στο ίδιο μοτίβο και τελικά ο Αντρέας φεύγει, αφού υπόσχεται στη Ρήνη πως θα την παντρευτεί. Για να κερδίσει τα χρήματα που χρειάζεται, ο Αντρέας συνεχίζει το λαθρεμπόριο. Σε κάποιο ταξίδι του όμως μαθαίνει πως η Ρήνη ετοιμάζεται να παντρευτεί. Πηγαίνει στο σπίτι της, τη βρίσκει μόνη και την πείθει να τον ακολουθήσει. Ύστερα από λίγο η σιόρα Επιστήμη πηγαίνει να τους βρει. Ο Αντρέας υπόσχεται να παντρευτεί τη Ρήνη, χωρίς καμία απαίτηση για προίκα. Αλλά ο καιρός περνάει και η υπόσχεση του Αντρέα δεν πραγματοποιείται. Στο μεταξύ η Ρήνη έχει μείνει έγκυος, και ο Αντρέας πουλάει ψάρια στην αγορά, αφήνοντάς την μόνη στο σπίτι. Η σιόρα Επιστήμη βρίσκει μια μέρα τον Αντρέα την ώρα της δουλειάς του και του ζητάει να συζητήσουν. Εκείνος όμως δε δέχεται και τη διώχνει. Πάνω στην οργή και την απελπισία της αρπάζει ένα μαχαίρι και τον τραυματίζει ελαφρά στο μπράτσο. Την ώρα που την πιάνουν οι αστυνομικοί δίνει στον Αντρέα το κλειδί του κομού που φυλάει τα λεφτά στο σπίτι της και του λέει να τα πάρει όλα, με μόνο αντάλλαγμα να την υπερασπίσει στο δικαστήριο.
Ο Αντρέας, χαρούμενος, ξεχνάει το επιπόλαιο τραύμα του και τρέχει για το σπίτι του.
Δε βρίσκει όμως εκεί τη Ρήνη αλλά στο δικό της και της λέει με ενθουσιασμό τα νέα, περιμένοντας να χαρεί κι αυτή, μια που τώρα όλα τα προβλήματά τους λύνονται και μπορούν να παντρευτούν. Αναγγέλλει ακόμη στον πατέρα της πως την Κυριακή παντρεύεται την κόρη του και του δείχνει τα κλειδιά του κομού, λέγοντάς του ταυτόχρονα πως επιθυμία της σιόρας Επιστήμης είναι να του δώσει τα χίλια τάλαρα. Η Ρήνη όμως επεμβαίνει κλαίγοντας και λέει στον Αντρέα πως μετά από αυτή την συμπεριφορά του έσβησε η αγάπη της και δεν μπορεί να την ξαναγοράσει. Του δηλώνει ακόμη πως θα ξενιτευτεί και θα μεγαλώσει το παιδί της μόνη της, με τη δουλειά της. Αυτόν δε θέλει να τον ξαναδεί. Ο Αντρέας, βλέποντας τη αμετάπειστη, φεύγει από το σπίτι της βρίζοντας για μια ακόμη φορά το χρήμα, που στάθηκε η αιτία της δυστυχίας του.



 
Δεύτερη περίληψη (Μονόλογος ευαίσθητου)
Στο χρονογράφημα αυτό αναφέρεται με σατιρικό τρόπο στην ζωή ενός άντρα τον 19ο αιώνα. Ο άντρας αυτός θεωρεί μεγάλη δυστυχία κάποιος να έχει καλή καρδιά και να παραβρίσκεται σε λυπητερά θεάματα και κηδείες κλαίγοντας για αυτόν που έχασε , γιατί νευριάζει στην ιδέα ότι μία μέρα θα πεθάνει και αυτός. Ακόμη δεν μπορεί να καταλάβει πως υπάρχουν τόσο σκληροί άνθρωποι που δεν αφήνουν τους φίλους τους στην μοναξιά τους αλλά και το ότι υπάρχουν άνθρωποι που δανείζουν χρήματα στους φίλους τους με κίνδυνο να μην τα ξαναπάρουν ποτέ πίσω. Άλλη σκληρότητα υποστηρίζει δείχνουν εκείνοι που δίνουν ελεημοσύνη στον φτωχό και τον ενθαρρύνουν να ζητιανεύει και όχι να βρει καμία δουλειά. Κάποτε  του ζητήθηκε από τον μητροπολίτη να συνεισφέρει σε ένα συσσίτιο για τους φτωχούς και εκείνος αρνήθηκε από την ευαισθησία του , γιατί δεν ήταν δίκαιο, κατά τα λεγόμενα του, αυτός να τρώει μπαρμπούνι και φιλέτο ενώ αυτοί να τρώνε νεροζούμι και κοιλιές. Ακόμα ένα μεγάλο δείγμα της ευαισθησίας του ισχυρίζεται ότι είναι το γεγονός ότι πήρε μια πλούσια ασχημομούρα και όχι ένα όμορφο κορίτσι που θα πήγαινε μαζί του για τα λεφτά του. Ως απόδειξη της αγάπης του προς την γυναίκα του, της έκανε την χαρά να μην παρευρεθεί ούτε λεπτό κοντά της όταν αρρώστησε και έβρισκε κάθε ευκαιρία να λείπει απ’το σπίτι. Αντίθετα με αυτήν που ξαγρυπνούσε κοντά του και τον βοηθούσε σε όλα , την χαρακτήρισε αναίσθητη.

Τρίτη περίληψη (Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς)
Στο απόσπασμα ‘’Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς’’ ο συγγραφέας θέτει προβληματισμούς για τον ρόλο της γυναίκας και τον θεσμό της προίκας.
Ξεκινάει μιλώντας για τις θυσίες των γονιών  με σκοπό να παντρέψουν  την κόρη τους. Λέγοντας πως έτσι θυσιάζουν την ίδια τους την κόρη μαζί με την προίκα. Την χρησιμοποιεί , αφαιρώντας της κάθε δικαίωμα για φυσιολογική ζωή . Στη συνέχεια με κάποια άσκοπα ερωτήματα και παρομοιώσεις αναφέρεται στο θεσμό αυτό και τον παρομοιάζει με εμπόριο. Η προίκα , μας αναφέρει , είναι πλέον μία συνήθεια που οδηγεί την ίδια την οικογένεια να μην θέλει να συνυπάρχει. Τέλος προσθέτει την δική του άποψη δίνοντας κάποιες συμβουλές για το πώς η προίκα θα έπαυε να είναι κάτι το κερδοσκοπικό.

Τέταρτη περίληψη (Της νύφης που κακοπάθησε)
Η παραλογή της ‘’ Νύφης που κακοπάθησε’’ εξιστορεί το προξενιό της Ελένης. Πρώτα αναφέρεται στο ότι μήνες της έταζαν μεγάλη προίκα  από την οικογένεια της. Όταν η Ελένη παντρεύτηκε και πήγε στο σπίτι του γαμπρού,  τίποτα δεν ήταν όπως της έλεγαν. Μία μέρα λοιπόν σηκώνεται και πάει στη βρύση μήπως και συναντήσει τις δούλες της. Για καλή της τύχη τις συναντάει και χωρίς να φανερωθεί ζητάει δουλεία. Οι δούλες το λένε στην κυρά τους και η Ελένη υφαίνει όπως παλιά στο δωμάτιο της. Εκεί που μοιρολογούσε την άκουσε η μητέρα της, αναγνώρισε τη φωνή της  και έτρεξε αμέσως στην αγκαλιά της.














Ο θεσμός της προίκας επιβλήθηκε για λόγους οικονομικούς και κοινωνικούς. Ποιοι νομίζετε ότι ήταν αυτοί;(να στηριχθείτε στα κείμενα τα οποία μελετήσατε).Νομίζετε ότι είχε κάποια θετική συνέπεια στη ζωή της γυναίκας; Θεωρείται πως έχουν εκλείψει πλήρως οι αντιλήψεις και πρακτικές που συνδέονται με το θεσμό     της προίκας;
Ο θεσμός της προίκας  επιβλήθηκε για λόγους οικονομικούς και κοινωνικούς. Παλαιότερα,  η προίκα ήταν ένα συνηθισμένο φαινόμενο αφού όλοι οι νιόπαντροι παντρευόντουσαν με την προϋπόθεση η προίκα της γυναίκας να αποτελεί ένα γερό θεμέλιο για τα πρώτα βήματα του ζευγαριού. Επίσης, οι γονείς της κοπέλας προσπαθούσαν να συγκεντρώσουν χρήματα , υλικά αγαθά και ό,τι άλλο ήταν χρήσιμο για να δελεάσουν έτσι τους άντρες. Σε οικογένειες οι οποίες  δεν ήταν οικονομικά ισχυρές  όσο  άλλες ήταν απαραίτητη η συμμετοχή της γυναίκας από την παιδική της ηλικία, έτσι ώστε να συγκεντρώσουν το ιδανικό ποσό. Υπήρχαν περιπτώσεις που οικογένειες με γειτονικά χωράφια συνήθιζαν να προξενεύουν τα παιδιά τους για να επεκτείνουν τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις τους.
Σίγουρα εκτός από οικονομικούς λόγους υπάρχουν και κοινωνικοί.
Αρχικά παρατηρούμε ότι η ζωή της γυναίκας παραμένει ίδια αφού από δούλα στους γονείς της γίνεται δούλα του άντρα της. Και στις δύο περιπτώσεις ήταν κλεισμένη στο σπίτι και η μόνη διαφορά ήταν ότι ο άνδρας της την χρησιμοποιούσε ως σκεύος ηδονής ικανοποιώντας έτσι τις δικές του προσωπικές ανάγκες. Ο πιο σημαντικός λόγος ήταν ότι η προίκα επιβλήθηκε με σκοπό να αποκατασταθεί το όνομα της γυναίκας και να αποφύγει να γηροκομήσει τους γονείς της ή ακόμα να καταλήξει μοναχή, γιατί δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτό να ζήσει μόνη της. Αυτό κατέληγε σε κοινωνική αποξένωση της γυναίκας και των γονιών της από τον κοινωνικό περίγυρο.
Τελικά ο θεσμός της προίκας ήταν ένα φαινόμενο το οποίο αλλοιώθηκε και μετέπειτα εξαφανίστηκε εξαιτίας επανάστασης του γυναικείου φύλου που έγινε σταδιακά μέσα στα επόμενα χρόνια. Όμως ακόμα και στη σύγχρονη εποχή, υπάρχουν μερικοί γονείς, οι οποίοι με τη θέληση τους δίνουν ένα ποσό ή ακόμα και υλικά αγαθά για να αποκατασταθεί το ζευγάρι .
Στη σύγχρονη εποχή παρόλο που έχει αλλοιωθεί ο θεσμός της προίκας σίγουρα υπάρχουν κάποια δείγματα του φαινομένου αυτού κυρίως σε υποανάπτυκτες χώρες , στις οποίες οι γυναίκες θεωρούνται ακόμα κατώτερες . Όμως ακόμα και στην Ελλάδα οι γονείς συνεισφέρουν στα παιδιά τους χωρίς να είναι αναγκαστική η συμμετοχή τους. Με αυτόν τον τρόπο δείχνουν την αγάπη τους προς  στα παιδιά τους και τους στηρίζουν στα πρώτα βήματα της καινούργιας τους ζωής εξασφαλίζοντας τους κάποια χρήματα ή ακόμα και στέγη.
Σίγουρα οι άντρες εκμεταλλεύονταν την προίκα προς όφελος τους, αφού είχαν ως απώτερο στόχο να αποκατασταθούν οικονομικά. Παράλληλα, οι γυναίκες έμεναν μέσα στο σπίτι για να ασχοληθούν με τις δουλειές του σπιτιού αλλά και την φροντίδα των παιδιών του. Από την άλλη ο άνδρας ζούσε μία ξέγνοιαστη ζωή με τα χρήματα από την προίκα της γυναίκας . Αυτό ήταν αρνητικό για την γυναίκα γιατί  ήταν απόλυτα εξαρτημένη από τον άντρα και αργότερα από τα παιδιά της εκτελώντας τις εντολές που τις έδιναν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου